- Χάκων
- Όνομα βασιλιάδων της Νορβηγίας. 1. X. ο A’ ο Αγαθός (935 – 961). Ήταν ο νεότερος γιος του βασιλιά Χάραλδου Χάρφαγκρε και μεγάλωσε στην αυλή του βασιλιά της Αγγλίας. Μετά τον θάνατο του πατέρα του γύρισε στη Νορβηγία για να διεκδικήσει τον θρόνο από τον μεγαλύτερο αδελφό του Έρικ Μπλόνταιξε. Τελικά, με την υποστήριξη και του ισχυρού χωροδεσπότη Σιγούρδου Χλάνταγιαρλ, κατόρθωσε να ανακηρυχθεί βασιλιάς. Στη διάρκεια της βασιλείας του εφάρμοσε πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Διαίρεσε τη χώρα σε πολλά φέουδα, τα οποία παραχώρησε στους συγγενείς του και τον Σιγούρδο, φρόντισε για τον εκσυγχρονισμό της διοίκησης καθώς και για την οργάνωση αξιόμαχου στρατού, επιβάλλοντας την υποχρέωση σε κάθε ναυτική επαρχία να διαθέτει και να συντηρεί ένα πολεμικό πλοίο. Χριστιανός ο ίδιος, προσπάθησε να εκχριστιανίσει και τους υπηκόους του, οι οποίοι όμως αντέδρασαν με σφοδρότητα. Τελικά αναγκάστηκε να υποχωρήσει και όχι μόνο ανέχτηκε να γκρεμιστούν οι εκκλησίες που είχε ιδρύσει, αλλά από τότε έπαιρνε μέρος και ο ίδιος σε διάφορες ειδωλολατρικές τελετές. Αργότερα υποχρεώθηκε να πολεμήσει εναντίον των γιων του εκθρονισμένου αδελφού του, οι οποίοι διεκδικούσαν τον νορβηγικό θρόνο με την υποστήριξη της Δανίας. Ύστερα από 3 νικηφόρες μάχες, τους νίκησε, αλλά στην τελευταία τραυματίστηκε και, τελικά, πέθανε εξαιτίας του τραυματισμού του. 2. X. ο B’ Σιγούρνταρσον (1157-62). Γιος και διάδοχος του Σιγούρδου Μουντ, ανακηρύχθηκε βασιλιάς μετά τον θάνατο του πατέρα του, ενώ την ίδια στιγμή πρόβαλε ως διεκδικητής του θρόνου ο Ίνγκε Κρόκριγκ. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν, τα στρατεύματα του X. νίκησαν τους αντιπάλους του οπότε έμεινε μοναδικός άρχοντας της Νορβηγίας. Πολύ σύντομα όμως εμφανίστηκε και νέος μνηστήρας του νορβηγικού θρόνου, ο οποίος κατόρθωσε να νικήσει 2 φορές τον στρατό του X. και να σκοτώσει και τον ίδιο. 3. X. ο Γ’ Σβέρισον (1202-04). Γιος του βασιλιά Σβέρι, εξελέγη από τους Μπιρκιμπάινς βασιλιάς, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Στη διάρκεια της βασιλείας του εφάρμοσε μέτρα ειρήνευσης αλλά δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει το πρόγραμμά του, γιατί εν τω μεταξύ δηλητηριάστηκε, πιθανότατα, από την πεθερά του, και πέθανε. 4. X. ο Δ’ Χακόναρσον (1217 – 1263). Γιος του προηγουμένου. Αναγνωρίστηκε ως βασιλικός πρίγκιπας από τον διάδοχο του πατέρα του Ίνγκε Μπάρνταρσον. Ανατράφηκε στη βασιλική αυλή και, μετά τον θάνατο του Ίνγκε, τον διαδέχτηκε στον θρόνο, παρά την έντονη αντίδραση του Σκούλε Γιαρλ, αδελφού του Ίνγκε, ο οποίος διατήρησε μόνο την αντιβασιλεία. Την ίδια εποχή πέθανε και ο άκληρος βασιλιάς του νορβηγικού λαού των Βικ, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αναγνώρισε ως βασιλιά του τον X. Σημαντικό ωστόσο ποσοστό των Βικ ανακήρυξε βασιλιά τον Σιγούρδο, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει σκληρός πόλεμος, που τερματίστηκε το 1225 με νίκη του X. Λίγο αργότερα σημειώθηκε νέα αναταραχή η οποία εξελίχθηκε σε εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στον Σκούλε και στον X. και ο οποίος έληξε το 1240 ύστερα και από τον φόνο του Σκούλε. Στη συνέχεια, και για να αποτρέψει νέες μελοντικές περιπέτειες, δημοσίευσε νόμο, σύμφωνα με τον οποίο τα φυσικά παιδιά των βασιλιάδων στερήθηκαν κάθε διαδοχικό δικαίωμα. Ο X. είχε εξαιρετικά οργανωτικά και διοικητικά προσόντα και φήμη ικανότατου ηγεμόνα. Χαρακτηριστικά, ο βασιλιάς της Γαλλίας άγιος Λουδοβίκος του πρότεινε να αναλάβει την αρχηγία μεγάλης σταυροφορίας, την οποία σχεδίαζε να πραγματοποιήσει στους Aγίους Τόπους (1248), ενώ ο πάπας Ινοκέντιος Δ’ του προσέφερε το αυτοκρατορικό στέμμα της Γερμανίας μετά τον θάνατο του Φρειδερίκου B’. Τέλος, η Γροιλανδία (1261) και η Ισλανδία (1262) έσπευσαν με τη θέλησή τους να υπαχθούν στο σκήπτρο του. Το 1263, επικεφαλής ισχυρού στόλου, οργάνωσε εκστρατεία εναντίον του βασιλιά της Σκοτίας Αλέξανδρου Γ’, ο οποίος αμφισβητούσε την κυριαρχία των Νορβηγών στις Εβρίδες. Στη διάρκεια της επιχείρησης αυτής πέθανε και στον θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του Μάγνος Δ’. 5. X. ο E’ Μάγκνουσον (1299 – 1319). Μετά τον θάνατο του πατέρα του Μάγνου Δ’ (1280), ονομάστηκε δούκας των Όπλαντς, του Όσλο και των νησιών Φερόες και το 1284 ανακηρύχθηκε συνάρχοντας του αδελφού του Έιρικ Μάγκνουσον, τον οποίο και διαδέχτηκε μετά τον θάνατό του. Ο X. έγινε βασιλιάς την εποχή που η Νορβηγία βρισκόταν σε πόλεμο με τη Δανία, και έπαιξε αποφασιστικό ρόλο για τη σύναψη ειρήνης. Αργότερα υποστήριξε τον δούκα Έρικ, αδελφό του βασιλιά Μπίργκερ της Σουηδίας, τον οποίο και πάντρεψε με την κόρη του Ίνγκεμποργκ, δημιουργώντας έτσι ευνοϊκές συνθήκες για την ένωση των δύο σκανδιναβικών βασιλείων, η οποία συντελέστηκε στα χρόνια του εγγονού του Μάγκνους Έριξον. Στο εσωτερικό εφάρμοσε πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης και περιόρισε τα δικαιώματα του κλήρου και των ευγενών σε όφελος του στέμματος. 6. X. ο ΣΤ’ (1315 – 1386). Δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Σουηδίας και της Νορβηγίας Μάγκνους Σμεκ. Το 1343 ονομάστηκε επίδοξος διάδοχος του νορβηγικού θρόνου, στον οποίο και ανέβηκε το 1355. Μετά τον θάνατο του αδελφού του Έρικ (1359), βασιλιά της Σουηδίας, προσλήφθηκε από τον πατέρα του συνάρχοντας και στη Σουηδία. Το 1362 όμως εκθρονίστηκε, μαζί με τον πατέρα του, από τον σουηδικό θρόνο. Επακολούθησε σκληρός πόλεμος, στη διάρκεια του οποίου τα νορβηγικά στρατεύματα νικήθηκαν κοντά στο Γκάτασκογκ, και ο πατέρας του X. αιχμαλωτίστηκε. Αργότερα απελευθερώθηκε, ύστερα από την καταβολή λύτρων. Ο X. αναγνώρισε τον αντίπαλό του Αλβέρτο του Μακλεμβούργου και συνέχισε να ασκεί την εξουσία στη Νορβηγία και στις σουηδικές επαρχίες Βέστεργκέτλαντ, Νταλ Βέρμλαντ. 7. X. ο Z’ (1905 – 1957). Γιος του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου H’ και της Λουΐζας της Σουηδίας. Πριν γίνει βασιλιάς ονομαζόταν Κάρολος. Υπηρέτησε αρχικά στο δανικό ναυτικό και το 1896 παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Μοντ, κόρη του βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου Z’. Μετά τη νορβηγική επανάσταση του Ιουνίου του 1905, αποδέχτηκε την προσφορά του νορβηγικού θρόνου, που του έγινε μυστικά από την κυβέρνηση της χώρας. Πήγε τότε στη Νορβηγία και τον ίδιο χρόνο ορκίστηκε πίστη στο Σύνταγμα με το όνομα X. ο Z’. Παράλληλα με τα βασιλικά του καθήκοντα, ο X. ασχολήθηκε με την υδατογραφία (ακουαρέλα) και πολλά έργα του βραβεύτηκαν σε εκθέσεις ζωγραφικής στο Λονδίνο και στην Κοπεγχάγη. Μετά την εισβολή των Γερμανών στη χώρα του, στον B’ Παγκόσμιο πόλεμο, αρνήθηκε να αναγνωρίσει την κυβέρνηση του Κουίσλιγκ και κατόρθωσε να φτάσει στη Μεγάλη Βρετανία (1940), όπου συνέχισε τον αγώνα για την απελευθέρωση της χώρας του. Το 1945 γύρισε στη Νορβηγία και βοήθησε στην ανασυγκρότηση της χώρας, μετά την αποδιοργάνωσή της από την κατοχή.
Dictionary of Greek. 2013.